- Ἀπολλωνίδης
- Ἀπολλωνίδηςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Απολλωνίδης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Λύδιος στρατιωτικός του Κύρου (5ος αι. π.Χ.). Τον έδιωξαν από το στρατόπεδο επειδή, μετά τη σφαγή των Ελλήνων στρατηγών, συμβούλεψε να δηλώσουν πλήρη υποταγή στον Αρταξέρξη. 2. Ευνοούμενος του Φίλιππου B’ της… … Dictionary of Greek
Ἀπολλωνίδη — Ἀπολλωνίδης masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀπολλωνίδην — Ἀπολλωνίδης masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀπολλωνίδου — Ἀπολλωνίδης masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀπολλωνίδῃ — Ἀπολλωνίδης masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀπολλωνίδα — Ἀπολλωνίδᾱ , Ἀπολλωνίδης masc nom/voc/acc dual Ἀπολλωνίδᾱ , Ἀπολλωνίδης masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀπολλωνίδας — Ἀπολλωνίδᾱς , Ἀπολλωνίδης masc acc pl Ἀπολλωνίδᾱς , Ἀπολλωνίδης masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
apolónida — o apolonida. (Del lat. Apollonĭdes, ae, del gr. ᾿Απολλωνίδης, ου). m. Hijo de Apolo, en el sentido de poeta … Enciclopedia Universal
apolonida — apolónida o apolonida. (Del lat. Apollonĭdes, ae, del gr. ᾿Απολλωνίδης, ου). m. Hijo de Apolo, en el sentido de poeta … Enciclopedia Universal
τριαγμός — ο, ΝΑ, και τριασμός ΜΑ [τριάζω / τριάττω] νεοελλ. αγώνισμα σύνθετο από τρία αγωνίσματα μσν. αρχ. (κατά τον Αρποκρ.) «ἔγραψε δὲ (ο Ίων ο Χίος) καὶ φιλόσοφόν τι σύγγραμμα, τὸν Τριαγμὸν ἐπιγραφόμενον... ἐν ἐνίοις δὲ καὶ πληθυντικῶς ἐπιγράφεται… … Dictionary of Greek